Άυλη πολιτιστική κληρονομιά & καφεμαντεία.
Το συγκεκριμένο άρθρο έχει να κάνει με κάποιες αρνητικές αναφορές σχετικά με την καφεμαντεία ,την ανάγνωση δηλαδή του ελληνικού καφέ και ποιο συγκεκριμένα του κατακαθιού του (τσελβέ).
Τι είναι λοιπόν η καφεμαντεία ή αλλιώς Tasseography (επίσης γνωστή ως tasseomancy ή tassology) είναι μέθοδος αφήγησης της τύχης που ερμηνεύει τα φύλλα τσαγιού, κατακάθια καφέ ή ιζήματα κρασιού.Οι όροι προέρχονται από τη γαλλική λέξη Tasse (κύπελλο), η οποία με την σειρά της προέρχεται από το συγγενικό της αραβική λέξη tassa, και των ελληνικών καταλήξεων-graph (εγγράφως), -logy (μελέτη), και-mancy (μαντεία). Ονομάζεται δε καφεμαντεία στα ελληνικά , гледање у шољу στα σέρβικα και kalve fali στα τούρκικα (πληροφορίες από Wikipedia )
Απο μία σύντομη έρευνα διαπίστωσα ότι το υπουργείο πολιτισμού & κουλτούρας της Τουρκίας με περηφάνεια αναφέρει ότι ο Τούρκικος καφές και η ανάγνωση του φλιτζανιού είναι άυλη πολιτιστική κληρονομιά της Τουρκίας αναγνωρισμένη από την UNESCO (εδώ) .
Το δε υπουργείο τουρισμού με αφορμή τα παραπάνω διαφημίζει τον τουρκικό καφέ και την ανάγνωση του για την προσέλευση τουριστών(εδώ) .
Μέχρι και ο πρόεδρος της Τουρκίας Ερντογάν αναφέρθηκε σε αυτό (εδώ)
Στην Ελλάδα τι γίνεται άραγε?
Ποια είναι η άυλη πολιτιστική μας κληρονομιά και τι έχουμε κάνει γι αυτή?
Πλάι στα υλικά πολιτισμικά αγαθά του παρελθόντος που μας συντροφεύουν και σήμερα, όπως ο Παρθενώνας, το ΤαζΜαχάλ, οι πυραμίδες της Αιγύπτου ή τα ερείπια τωνΊνκας, έρχεται από τα βάθη των αιώνων και ένα άλλο, βαρύ φορτίο, αυτό της άυλης πολιτισμικής κληρονομιάς.
Εννοούμε με τον όρο αυτόν ζωντανές εκφράσεις που έχουν φτάσει ως εμάς, όπως οι προφορικές παραδόσεις, χοροί, τραγούδια, δρώμενα, γιορτές, τελετές, κατασκευές χειροποίητες, παλιές τεχνικές. Κληρονομιές που κυκλοφορούν ανάμεσά μας, άλλοτε ως σημαντικά κομμάτια της σύγχρονης ζωής μας και άλλοτε ως πολιτισμικές εκφάνσεις που διατηρούνται στη ζωή με κόπο και σε μικρή κλίμακα.
Η προστασία και η ανάδειξη αυτού του πλούτου είναι καθήκον μέγιστο δικό μας, ώστε η πολιτισμική πολυμορφία που θα αναδειχθεί να λειτουργήσει ως ασπίδα απέναντι στον παγκόσμιο πολιτισμικό “χυλό” που επιβάλλεται από την περίφημη παγκοσμιοποίηση.
Σε πολλές περιπτώσεις, ένα πολιτισμικό αγαθό το μοιράζονται περισσότεροι του ενός λαοί και κράτη. Κρίσιμο στοιχείο για την άυλη πολιτισμική κληρονομιά είναι η θέση που κατέχει στις επί μέρους κοινότητες το υπό ένταξη αγαθό, και το κατά πόσον η κοινότητα το θεωρεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής της. Τα μέλη της άλλωστε είναι αυτά που το δημιουργούν, το διατηρούν και το μεταβιβάζουν στις επόμενες γενιές. Καθιέρωσε λοιπόν η UNESCO έναν «αντιπροσωπευτικό κατάλογο άυλης πολιτισμικής κληρονομιάς», στον οποίο κάθε χώρα μπορεί να υποβάλει αίτηση για εγγραφή πολιτισμικών θησαυρών της που θέλει να προστατεύσει και σε πολλές περιπτώσεις να περισώσει!
Η Ελλάδα υπέγραψε τη σύμβαση αυτή το 2006 και την κύρωσε ως νόμο του ελληνικού κράτους το 2012 (!). Η μόνη δράση που είχαμε όλο αυτό το διάστημα ήταν, σε συνεργασία με τα υπουργεία Αγροτικής Ανάπτυξης και Πολιτισμού, η υποστήριξη της πρότασης της Ισπανίας για τη Μεσσογειακή Διατροφή. Σε αυτό το πρόγραμμα συμμετέχει και η Κύπρος. Για τη συγκεκριμένη υπόθεση δεν έγιναν διαβουλεύσεις. Δεν ευαισθητοποιήθηκαν κοινότητες και πολίτες, των οποίων η συμμετοχή είναι πρωτεύον κριτήριο για την επιλογή της πρότασης από την UNESCO. Ανέλαβε σε συνθήκες fast truck το Μανιατάκειο Ίδρυμα στη Μεσσηνία, με «Εμβληματική Κοινότητα» την Κορώνη, προκαλώντας διαμαρτυρίες άλλων περιοχών και από τη Μεσσηνία, αλλά και από την Κρήτη, και από αλλού.
Εμπλοκές παρατηρήθηκαν και σε άλλες προτάσεις. Όπως η περίπτωση του φακέλου για τη Μαστίχα Χίου. Ένας φάκελος που καταρτίστηκε από το Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς υποβλήθηκε τρεις φορές στην UNESCO και τρεις φορές επέστρεψε ως ελλιπής, προφανώς στερούμενος σοβαρής επιστημονικής μελέτης. Να σημειώσουμε πως οι πιο πάνω φορείς είναι ιδιωτικοί και πως η παγκόσμια οργάνωση είναι δύσπιστη απέναντι σε μη δημόσιους φορείς.
Τι έπρεπε να γίνει ώστε να αποφευχθούν τέτοιου είδους ερασιτεχνισμοί; Μα να συγκροτηθεί, πριν από όλα, ένας εθνικός κατάλογος. Η UNESCO πίεσε την Ελλάδα να στείλει την εξάχρονη απολογητική της έκθεση πεπραγμένων, ως όφειλε. Όταν έφτασε το μαχαίρι στο κόκκαλο λοιπόν, συγκροτήθηκε μια εθνική επιστημονική επιτροπή που ανέλαβε την επιμέλεια της έκθεσης και όπου συμμετέχουν μόνο δημόσιοι φορείς. (πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, κ.λπ.). Ζητήθηκε λοιπόν η συνδρομή «καθ’ ύλην αρμοδίων» φορέων του Δημοσίου. Το Τμήμα Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών είναι ένας από αυτούς. Έχοντας καταγράψει περί τις τετρακόσιες εκφάνσεις άυλης πολιτισμικής κληρονομιάς, προέκρινε τριάντα, με κριτήρια γεωγραφικά, πολιτισμικά και άλλα. Από αυτά συγκροτήθηκαν έξι φάκελοι για τον εθνικό κατάλογο. Στο υλικό τους περιλαμβάνονται: συνεντεύξεις, κείμενα, οπτικό και ηχητικό υλικό κ.ά.
Έχουμε, λοιπόν, μια γκάμα υπό ένταξη στοιχείων ενδιαφέρουσα. Σ’ αυτήν υπάρχουν οι Μπούλες, από τη Νάουσα (πρόκειται για παμπάλαιο αποκριάτικο χορευτικό δρώμενο που συνδέεται με τελετές φυλετικής μύησης. Σύμφωνα με μια από τις εκδοχές για την καταγωγή του δρώμενου, παριστάνει τη διαδικασία όπου ο νέος, φορώντας γυναικεία ρούχα, οδηγείται από ανύπαντρους άντρες και στην πορεία βάζει τα ανδρικά ρούχα και εισέρχεται στον κόσμο των ανδρών). Ένα άλλο είναι οι Ζακυνθινές Ομιλίες (πρόκειται για Θέατρο του Δρόμου, με ζωντανή παρουσία από το 1666 στη Ζάκυνθο. Τέκνο της Κρητικής Λογοτεχνίας και της ιταλικής Commedia dell’ Arte. Παρουσιάζεται κάθε χρόνο την περίοδο των αποκριών στην πόλη και τα χωριά του νησιού). Τη Μεσογειακή Διατροφή την αναφέραμε ήδη. Ακόμα διεκδικούμε την προστασία της Ξυλοναυπηγικής, της Μαρμαροτεχνίας στην Τήνο, τα Ριζίτικα στην Κρήτη, τις Γιορτές της Μεσοσπορίτισσας στην Ελευσίνα (πρόκειται για λαϊκό δρώμενο που εξελίσσεται μέσα στον αρχαιολογικό χώρο. Προφανείς οι ρίζες του, στον τόπο όπου η Δήμητρα αποχαιρετούσε το φθινόπωρο για τον Κάτω Κόσμο την κόρη της Περσεφόνη, και όπου την άνοιξη την καλοδέχονταν ξανά στον πάνω κόσμο).
Ως Ελλάδα χάσαμε όμως και ευκαιρίες. Κομμάτια του άυλου πολιτισμού μας διεκδικήθηκαν από γειτονικά κράτη και «κατοχυρώθηκαν» για λογαριασμό τους και μόνον. Το Πολυφωνικό Τραγούδι, το καμάρι της Ηπείρου, το κατοχύρωσε η Αλβανία, ως αλβανική κληρονομιά. Τα Αναστενάρια τα κατοχύρωσε η Βουλγαρία. Αναφέρει μάλιστα στην έκθεσή της ότι «παρόμοιες τελετές γίνονται και στην Ελλάδα, από πληθυσμούς που έχουν μετακινηθεί εκεί από τη Βουλγαρία». Μιλούν βέβαια για τους Έλληνες πρόσφυγες της Ανατολικής Ρωμυλίας, στους οποίους ανήκει το δρώμενο και το οποίο τελούσαν ως ελληνική κοινότητα στους πατρογονικούς τους τόπους που βρίσκονται σήμερα μέσα στη βουλγαρική επικράτεια.
Η όλη αυτή δράση δεν έχει μόνο «ιεραποστολικό» σκοπό, να διασώσει δηλαδή πολύτιμη κληρονομιά των λαών. Έχει στόχο και την προβολή, μέσω της UNESCO, της χώρας και του πλούτου της. Κατοχυρώνοντας εθνικό πολιτισμικό κεφάλαιο, οργανώνει εθνικές στρατηγικές χρησιμοποιώντας το πολιτιστικό στοιχείο για την ανάδειξη εθνικών ταυτοτήτων. «Συστήνοντας» αυτές τις αξίες στο παγκόσμιο κοινό, επιτελεί έργο εθνικό λοιπόν και βέβαια απολαμβάνει και οικονομικά οφέλη. Όχι ευκαταφρόνητες χρηματοδοτήσεις από το εξωτερικό βοηθούν για την ανάδειξη, καταγραφή και εξέλιξη αυτής της κληρονομιάς. Χώρες όπως η Κίνα και η Ιαπωνία συμμετέχουν δυναμικά σε αυτό το πρόγραμμα. Αλλά και άλλες μικρότερες, όπως το Μαλί, η Κένυα, το Ουζμπεκιστάν, φοβούμαι ότι είναι μακράν ημών σε αυτόν τον τομέα.
Τι να φταίει άραγε για την απαράδεκτη επίδοσή μας και σε αυτό το σπουδαίο ζήτημα; Φταίει το κακό το ριζικό μας ή οι επιλογές της πολιτικής ηγεσίας όλα αυτά τα χρόνια; Άνθρωποι αδαείς, που ως υπουργοί Πολιτισμού η μόνη τους αγωνία ήταν να δώσουν επιχορήγηση στους κομματικούς τους φίλους ή στους συλλόγους της εκλογικής τους περιφέρειας, πώς αλλιώς θα συμπεριφέρονταν;
Είναι σημαντικό ότι η UNESCO, από τη μεριά της, θεωρεί ως προνομιακούς συνεργάτες της τις τοπικές κοινωνίες που «φέρουν», διατηρούν και εξελίσσουν τα άυλα πολιτισμικά αγαθά. Ας δραστηριοποιηθούν δήμοι, τοπικοί φορείς μη κερδοσκοπικοί, ώστε σε συνεργασία με επιστήμονες και άλλους γνώστες του αντικειμένου να εγγραφούν στον διεθνή κατάλογο της παγκόσμιας αυτής οργάνωσης. Τα οφέλη δεν θα αργήσουν να φανούν. Γιατί το άυλο πολιτισμικό αγαθόανήκει στην κοινότητά του, αλλά ταυτόχρονα είναι και κτήμα ολόκληρης της ανθρωπότητας.